Το ίδιο έργο της ζωής μου
Το ίδιο έργο της ζωής μου
Τον πέτυχα ν’ αγορεύει έξω απ’ τα μαγειρεία. Ήταν ανεβασμένος σ’ ένα πεζούλι και χάρη στο τεράστιο μπόι του φάνταζε υπερδιπλάσιος των υπολοίπων που ήταν στημένοι και άκουγαν. Το ακροατήριό του: κάτι μαγκάκια της κακιάς ώρας, σμηνίτες Σαλονικιοί και Αθηναίοι, και κάτι αντιπαθητικοί μονιμάδες από μια μοίρα της Λάρισας που πρόσφατα είχε ενσωματωθεί με την 113 Π.Μ. Του είχαν βγαλμένο και παρατσούκλι. Αργύρης ο Απορίας. Κι αυτό γιατί, όταν ήθελε να ρωτήσει κάτι, ξεκινούσε την κάθε φράση του με το «ρε φίλε, λύσε μου μια απορία…».
Οδός Αδριανουπόλεως. Οδός Μαρασλή. Οδός Εμμανουήλ Ροΐδη. Σοκάκια αγαπημένα που ξυπνούν μέσα μου τη χαμένη αθωότητα. Όσο κι αν άλλαξαν, όσο κι αν μεταμορφώθηκαν, ξέρουν καλά να κρύβουν τα παλιά μυστικά τους. Σε γωνίες και πλατείες. Σε χαμηλά σπιτάκια ακατοίκητα. Σε μαγαζιά με αλλαγμένες πινακίδες. Σε διασταυρώσεις και αλσύλλια. Σε πρόσωπα γνωστά που ακόμα θυμούνται.
Γόνατα ματωμένα από χώματα, ποδήλατα και ιδρωμένα φανελάκια. Άνθρωποι απλοί, καθημερινοί. Οικογενειάρχες, νοικοκύρηδες αλλά και περιθωριακοί. Ρακοσυλλέκτες και μισότρελοι. Καμιά αντιπαροχή δεν μπόρεσε να αλλοιώσει τις λεπτομέρειες της μνήμης. Καμιά πολεοδομική αναμόρφωση δεν κατάφερε να τους εξορίσει, να τους διαγράψει. Η γειτονιά ψυχορραγεί, μα ζωντανεύει μέσα από τις θύμησες. Απ’ τις παλιές φωτογραφίες.
Ξεκίνησα, την άνοιξη του ’96, να συνθέτω κομμάτι-κομμάτι αυτό το πάζλ του παρελθόντος, με την ίδια συγκίνηση που τακτοποιεί κάποιος παλιά οικογενειακά κειμήλια.