Ξύλινα μάτια
Ξύλινα μάτια
Ποια είναι η ακριβής απόσταση που μας επιτρέπει να βλέπουμε τα πράγματα όπως είναι; Για να καταλάβουμε τον κόσμο μας, χρειάζεται να βρούμε μια ισορροπία ανάμεσα σε δύο ακραίες θέσεις: όχι τόσο κοντά στο αντικείμενο ώστε η οπτική μας να παραμορφώνεται από την οικειότητα, ούτε τόσο μακριά ώστε η απόσταση να γίνεται παραπλανητική.
Γιατί μια μακρά παράδοση έχει αποδώσει στο βλέμμα του ξένου –του άγριου, του αγροίκου, του ζώου– την ικανότητα να φανερώνει το ψέμα της κοινωνίας; Γιατί στις κηδείες των μεσαιωνικών ηγεμόνων της Γαλλίας και της Αγγλίας περιέφεραν πάνω στο φέρετρο ένα ανδρείκελο με το όνομα «παράσταση»; Γιατί το στυλ είναι το συνηθισμένο κριτήριο που επιστρατεύεται για να συμπεριληφθεί ή να αποκλειστεί αυτό που είναι πολιτιστικά διαφορετικό; Γιατί ανατρέχουμε τόσο συχνά σε οπτικές μεταφορές όπως «προοπτική» ή «οπτική γωνία»; Το βιβλίο αυτό διερευνά, από διάφορες σκοπιές, τη γνωστική και ηθική, εποικοδομητική και καταστροφική δυναμική της απόστασης.
Ξεκινώντας με μια εξέταση της αποξένωσης, που ανιχνεύει τις ρίζες αυτής της ιδέας στην κλασική αρχαιότητα και τον Διαφωτισμό, προχωρεί σε μια γοητευτική διερεύνηση εννοιών όπως η παράσταση, η προοπτική, η εικονογραφία και ο μύθος. Εξετάζει, ιδίως σε σχέση με την ειδωλολατρία, την αμφισημία της εικόνας, που εμφανίζεται ταυτόχρονα ως κάτι παρόν και ως υποκατάστατο για κάτι που απουσιάζει. Διερευνά τις ηθικές συνέπειες της απόστασης με αφετηρία ένα ερώτημα του Σατωβριάνδου που επανέρχεται στον Μπαλζάκ: τι κάνει κανείς αν έχει την ευκαιρία να γίνει πάμπλουτος δίνοντας απλώς την εντολή να πεθάνει ένας άγνωστος σε μια μακρινή χώρα όπως η Κίνα;