Η χρονιά που πέθανε ο Ρικάρντο Ρέις
Η χρονιά που πέθανε ο Ρικάρντο Ρέις
Ο Πεσσόα και ο Ρέις, ο ένας νεκρός κι ο άλλος επινοημένος, ζουν ήδη πάνω από μισό αιώνα κι ακόμη και τα φαντάσματά τους φαίνεται να έχουν μεγαλύτερη πυκνότητα από τον κόσμο που μας περιβάλλει.
Γνωρίζαμε μέχρι τώρα πως ο μεγάλος Πορτογάλος ποιητής Φερνάντο Πεσσόα πέθανε το 1935, παίρνοντας μαζί του τους «ετερώνυμούς» του: έτσι αποκαλούσε τα φανταστικά πρόσωπα που ο ίδιος είχε πλάσει, με ξεχωριστή βιογραφία και ιδιαίτερο λογοτεχνικό ύφος, ώστε να υπογράφει με το όνομά τους διαφορετικά τμήματα του έργου του.
Όμως ένα από αυτά τα πλάσματα της φαντασίας, ο γιατρός και ποιητής Ρικάρντο Ρέις, φαίνεται να επεβίωσε του δημιουργού του, όπως τουλάχιστον αφηγείται εδώ, με βλάσφημο χιούμορ και στοχαστική διάθεση, ο Jose Saramago. Επιστρέφοντας από τη Βραζιλία, ο Ρέις περιπλανιέται στην υποβλητική Λισαβώνα του 1936, που κατακλύζεται από τα μηνύματα του ισπανικού εμφύλιου, του φασιστικού θριάμβου και του επικείμενου πολέμου στην Ευρώπη. Ερωτεύεται γυναίκες με σάρκα και οστά, αλλά συναντά επίσης το φάντασμα του Πεσσόα και συνομιλεί μαζί του για την τέχνη της μυθοπλασίας και της ζωής. Σε τέτοιες συνθήκες, όπως λέει ο Saramago, είναι φρόνιμο να διατηρεί κανείς τις αμφιβολίες του για τον πραγματικό κόσμο.
Όλα αυτά μπορεί να μοιάζουν σαν ένα περίτεχνο φιλολογικό παιχνίδι, όμως Η χρονιά που πέθανε ο Ρικάρντο Ρέις είναι επίσης ένα μεγάλο, κλασικό μυθιστόρημα με λεπτομέρειες και διαλόγους, με δρόμους, πλατείες, αγάλματα, γείτονες και περαστικούς, με γεύματα, δωμάτια ξενοδοχείου και στρώματα ομίχλης – μια ολόκληρη «πραγματικότητα» χτισμένη με τόση φροντίδα, που το 1936 φαντάζει πιο κοντινό, και σίγουρα πιο στέρεο, από τη δεκαετία του ’90.