Η Κατίνα Τέντα-Λατίφη γεννήθηκε στον Αλμυρό Μαγνησίας. Μαθήτρια ακόμη στην Κατοχή, πήρε μέρος στην Εθνική Αντίσταση και, στη συνέχεια, κυνηγήθηκε από παρακρατικές ομάδες, φυλακίστηκε κι εξορίστηκε στην Ικαρία. Κινδυνεύοντας να παραδοθεί πίσω στον τόπο της στα χέρια των ταγματασφαλιτών, δραπέτευσε και κατέφυγε στο βουνό, όπου εντάχθηκε στον Δημοκρατικό Στρατό και αγωνίστηκε στις μάχες του Γράμμου και του Βίτσι. Με την ήττα του ΔΣ, πέρασε στις Ανατολικές Χώρες, όπου έζησε την επόμενη δεκαπενταετία, με εξαίρεση τη διετία 1952-54, όταν, ως μέλος της ομάδας του Ν. Μπελογιάννη, κατέβηκε και έδρασε παράνομα στην Αθήνα. Στη Μόσχα, το Βουκουρέστι και το Παρίσι σπούδασε κοινωνικές και οικονομικές επιστήμες, με ειδίκευση στο διεθνές εμπόριο. Με τον οικονομολόγο Κώστα Λατίφη, παντρεύτηκε και απέκτησε μία κόρη. Τον Αύγουστο του 1974, μετά την πτώση της χούντας, επέστρεψε στην Ελλάδα, επανέκτησε την ελληνική ιθαγένεια που της είχαν στερήσει και εργάστηκε ως διευθύντρια εξαγωγών σε εταιρείες πετρελαιοειδών κ.ά., καθώς και σε αμπελο-οινικές συνεταιριστικές επιχειρήσεις, έως τη συνταξιοδότησή της. Έργα της είναι: Τα απόπαιδα (1999· 2019· γαλλική έκδοση: Les enfants répudiés de Grèce, 2014), Πέτρος Σ. Κόκκαλης: Βιωματική βιογραφία, 1896-1962 (2011), Μακρύς ο δρόμος για την Ιθάκη (2019) και η συλλογή διηγημάτων Οι αγάπες του πολέμου (2022). Πέθανε τη Δευτέρα, 9 Ιανουαρίου 2023.