Νύχτες αναπαμών.
Σε θάνατου ορμές εγκαταλείπονται
πολύτιμοι οι συνοδοιπόροι.
Λυσσάει η ανάσα της καλάιδος.
Άκοπο μασάω καπνό την εκλογίκευσή μου.
Μέσα σε αίθουσα τυφλή
το στόμα μου ανοίγω.
Από τα μαύρα σπλάχνα μου κρυμμένοι σκαραβαίοι
αλώνουνε γυμνό κορμί
που σε μιμόδραμα ιαματικό
σηκώνει σ’ αμμοθύελλα
τη μαύρη μισεμένη γη του.
Σιμούν.
Μέσα σ’ αυτοσχέδια τελετουργία σκορπιέμαι.
Σιμούν.
Μέσα σ’ αυτοσχέδια τελετουργία κρατιέμαι.